Φθινόπωρο ρεεε!
Άνοιξα τη μύτη μου και πήρα βαθιά ανάσα.
Τόσο σα να μέθυσα.
Γέμισα την καινούργια τσάντα μου με βιβλία.
Ωραία βιβλία.
Ωραία είπα έχω πολλά για να διαβάζω… να τα ανοίγω τις κρύες νύχτες του χειμώνα.
Τώρα προσπαθώ να την σηκώσω, ίσως τα καταφέρω λίγο βαριά μου φαίνεται...
Δασκάλες και δάσκαλοι, είμαι ο μαθητής της πέμπτης τάξης. Σηκώνω άνετα την ασήκωτη τσαντάρα μου με σαράντα ωραίους μαρκαδόρους και φτάνω άνετα στον πίνακα γιατί έχω ψηλώσει.
Download ένα παιχνίδι, το τίποτα, να παίξω ρε παιδιά, ακόμα καλοκαίρι είναι.
Είναι διάλειμμα και τα αγόρια παίζουμε μπάλα. Ωραία είναι. Μπάλα. Άλλο παιχνίδι δεν υπάρχει. Το προτιμώ! Τι άλλο να κάνω...
Δασκάλες και δάσκαλοι!
Απέναντι βλέπω τα σκουπίδια που καίγονται. Διοξινούλες, περιδεείς κάτοικοι με σημαίες. Αυτή είναι η πόλη μου.
Νάτοι ξανά με μπογιές νόστιμες, δειλές δυσοσμίες.
Στέκομαι με ύφος στο σχολειό μου, κοντά του. Το αυτοκίνητο πάλι, ναι, λαχτάρα να κρατήσω το τιμόνι κι ας είναι δύσκολο.
Ποδήλατο όμως;
Πρώτα όμως τον αγιασμό μ’ ένα δίτερμα στον Άγιο Γεώργιο. Μετά ξελιγωμένος για γύρο με πίτα.
Το keyboard παραδίνεται στα δάχτυλά μου…
Όμορφα πηγαίνω, σημαδεύω καλά, δυνατά, έχω ιδέες.
Δεν είναι έτσι; Aλλά υπάρχουν και εκείνες οι πικρές γεύσεις που εύκολα γλυκαίνουν, θέλουμε να γλυκαίνουν, να είναι γλυκές, χωρίς να το ξέρουμε;
Είμαι ο μά-θη-τής της πέ-μπτης τά-ξης δημό τικούυυ …
Άνοιξα τη μύτη μου και πήρα βαθιά ανάσα.
Τόσο σα να μέθυσα.
Γέμισα την καινούργια τσάντα μου με βιβλία.
Ωραία βιβλία.
Ωραία είπα έχω πολλά για να διαβάζω… να τα ανοίγω τις κρύες νύχτες του χειμώνα.
Τώρα προσπαθώ να την σηκώσω, ίσως τα καταφέρω λίγο βαριά μου φαίνεται...
Δασκάλες και δάσκαλοι, είμαι ο μαθητής της πέμπτης τάξης. Σηκώνω άνετα την ασήκωτη τσαντάρα μου με σαράντα ωραίους μαρκαδόρους και φτάνω άνετα στον πίνακα γιατί έχω ψηλώσει.
Download ένα παιχνίδι, το τίποτα, να παίξω ρε παιδιά, ακόμα καλοκαίρι είναι.
Είναι διάλειμμα και τα αγόρια παίζουμε μπάλα. Ωραία είναι. Μπάλα. Άλλο παιχνίδι δεν υπάρχει. Το προτιμώ! Τι άλλο να κάνω...
Δασκάλες και δάσκαλοι!
Απέναντι βλέπω τα σκουπίδια που καίγονται. Διοξινούλες, περιδεείς κάτοικοι με σημαίες. Αυτή είναι η πόλη μου.
Νάτοι ξανά με μπογιές νόστιμες, δειλές δυσοσμίες.
Στέκομαι με ύφος στο σχολειό μου, κοντά του. Το αυτοκίνητο πάλι, ναι, λαχτάρα να κρατήσω το τιμόνι κι ας είναι δύσκολο.
Ποδήλατο όμως;
Πρώτα όμως τον αγιασμό μ’ ένα δίτερμα στον Άγιο Γεώργιο. Μετά ξελιγωμένος για γύρο με πίτα.
Το keyboard παραδίνεται στα δάχτυλά μου…
Όμορφα πηγαίνω, σημαδεύω καλά, δυνατά, έχω ιδέες.
Δεν είναι έτσι; Aλλά υπάρχουν και εκείνες οι πικρές γεύσεις που εύκολα γλυκαίνουν, θέλουμε να γλυκαίνουν, να είναι γλυκές, χωρίς να το ξέρουμε;
Είμαι ο μά-θη-τής της πέ-μπτης τά-ξης δημό τικούυυ …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου